Ανακοίνωση
Απάντηση στην ανακοίνωση που εκδόθηκε στις 2 Απριλίου από την DCI Advisors Ltd
5 Απριλίου 2024
Σε απάντηση της ανακοίνωσής της DCI Advisors LTD (πρώην Dolphin Capital Investors Limited – «DCI»), στην οποία το Διοικητικό Συμβούλιο της DCI επιχειρεί εκ νέου να διαστρεβλώσει τα γεγονότα σχετικά με την εν εξελίξει αντιδικία της με την Dolphin Capital Partners («DCP»), είμαστε υποχρεωμένοι προς αποκατάσταση της πραγματικότητας να αναφέρουμε τα κατωτέρω:
Η νέα αγωγή της DCI εναντίον της DCP και άλλων στην Ελλάδα
- Στις 19 Μαρτίου 2024, μόλις μία ημέρα πριν από την ακρόαση της αίτησης summary judgment της DCI στην Αγγλία, η τελευταία προσπάθησε να διασκεδάσει τις εντυπώσεις από την αναπόφευκτη απόρριψη της αίτησης της, καταθέτοντας αγωγή στα ελληνικά δικαστήρια εναντίον της DCP και ορισμένων φυσικών προσώπων (η «Ελληνική Αγωγή»). Αξίζει να σημειωθεί ότι η προχειρότητα της Ελληνικής Αγωγής είναι προφανής αφού υπεβλήθη εναντίον της μητρικής εταιρείας της DCP, η οποία δεν συνδέεται με το αντικείμενο της διαφοράς και άρα δεν νομιμοποιείται παθητικά, ενώ οι (αβάσιμοι) ισχυρισμοί τους οποίους προτείνει στρέφονται κατ’ ουσίαν εναντίον άλλου νομικού προσώπου, της ίδιας της DCP.
- Με βάση, λοιπόν, την Ελληνική Αγωγή, η DCI διεκδικεί αποζημίωση ύψους €51,3εκ. ενώ εσφαλμένα ισχυρίζεται στις ανακοινώσεις της 28 Μαρτίου και 2 Απριλίου 2024 ότι διεκδικεί €57 εκ.
- Η DCI δεν παραθέτει σε καμία δημόσια ανακοίνωσή της λεπτομέρειες για το περιεχόμενο των αξιώσεών της επειδή DCI γνωρίζει ότι αν το έκανε, θα καθίστατο σαφές σε όλους ότι η Ελληνική Αγωγή είναι εντελώς αβάσιμη. Για το λόγο αυτό, η DCP παραθέτει κατωτέρω τους βασικούς ισχυρισμούς της DCI ως αυτοί περιλαμβάνονται στην Ελληνική Αγωγή, έτσι ώστε όλοι οι μέτοχοι της εισηγμένης να είναι ενήμεροι για τις τακτικές που μετέρχεται το Δ.Σ. αυτής.
- Το μεγαλύτερο μέρος των αξιώσεων της DCI, ως προτείνονται στην Ελληνική Αγωγή (περίπου €44,2 εκ.), βασίζεται στον έωλο ισχυρισμό ότι δήθεν το Amanzoe πωλήθηκε από την DCI το 2018 σε χαμηλότερη από την πραγματική του αξία (την οποία προσδιορίζει με στοιχεία του 2023!). Το σημερινό Διοικητικό Συμβούλιο της DCI, δηλαδή, κατηγορεί την DCP ότι τάχα σκόπιμα πούλησε το Amanzoe σε χαμηλότερη της πραγματικής του αξίας το 2018, ισχυρισμός προφανώς αβάσιμος για του κατωτέρω λόγους:
- Η απόφαση πώλησης της Amanzoe σε έναν θεσμικό επενδυτή (τη Grivalia Hospitality) το 2018 δεν ελήφθη από την DCP, αλλά από το τότε Διοικητικό Συμβούλιο της DCI, μετά από μια διεξοδική διαδικασία ανεύρεσης επενδυτή που ξεκίνησε το 2017 και η οποία περιελάβανε και συζητήσεις/ διαπραγματεύσεις και με άλλους θεσμικούς επενδυτές.
- Ο ισχυρισμός ότι η τιμή πώλησης δήθεν ήταν υποτιμημένη, είναι μια προσπάθεια του σημερινού Δ.Σ. της DCΙ να ξαναγράψει την ιστορία 6 χρόνια μετά τη συναλλαγή. Κατά τη στιγμή της πώλησης, το Amanzoe στις δημοσιευμένες οικονομικές καταστάσεις της DCI είχε αρνητική καθαρή θέση ύψους €5,8 εκ κυρίως λόγω του δανεισμού του. Συνεπώς, η πώληση πραγματοποιήθηκε με σημαντική υπεραξία σε σχέση με τη λογιστική αξία του εν λόγω περιουσιακού στοιχείου, όπως αναφέρεται λεπτομερώς στην δημόσια ανακοίνωση της DCI της 2ης Αυγούστου 2018 αλλά και όπως απεικονίζεται στις σχετικές οικονομικές καταστάσεις της DCI για το 2018.
- Η πώληση του Amanzoe πραγματοποιήθηκε μετά από απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των μετόχων της DCI, η οποία εξουσιοδότησε το τότε Δ.Σ. να πωλήσει όλα τα περιουσιακά της στοιχεία μέχρι το τέλος του 2019.
- Η πώληση του Amanzoe το 2018 είχε καταστεί αναγκαία προϋπόθεση επιβίωσης του έργου για την DCI, εν όψει των τοκοχρεολυτικών δόσεων δανείων ύψους €9,5 εκ. που έπρεπε να πληρωθούν τον Ιούνιο του 2018 και η εξυπηρέτηση των οποίων θα απαιτούσε αύξηση κεφαλαίου από τους μετόχους της DCI, στην οποία δεν ήταν διατεθειμένοι να προβούν. Με απλά λόγια, αν δεν πουλούσε το έργο η DCΙ θα το έχανε προς τους δανειστές της.
- Η πώληση, λοιπόν, είχε και ως στόχο τη μείωση της μόχλευσης της DCI η οποία, όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση της 2ας Αυγούστου 2018, μείωσε το δανεισμό της σε επίπεδο ομίλου από €98 εκ. σε €24 εκ., με αποτέλεσμα την αντίστοιχη μείωση του δείκτη μόχλευσης του Ομίλου μετά τη συναλλαγή στο 8% (σε σχέση με 25% στις 31 Δεκεμβρίου 2017).
- Το δεύτερο κεφάλαιο της Ελληνικής Αγωγής (που ανέρχεται σε €6,1 εκ.) βασίζεται στον ισχυρισμό ότι δήθεν τον Οκτώβριο του 2015, η DCI πούλησε την θυγατρική της «DolphinCI Twenty Seven Limited», δηλαδή τα περιουσιακά στοιχεία της Zoniro (Hellas), στη διαχειριστική ομάδα της Zoniro σε υπολειμματική αξία, ζημιώνοντας έτσι την DCΙ. Πρόκειται για ένα ακόμη καταφανώς ψευδή ισχυρισμό. Και αυτή η συναλλαγή εγκρίθηκε από το τότε Δ.Σ. της DCI μετά την έκδοση σύμφωνης γνώμης («fair and reasonable opinion») από την Grant Thornton, συμβούλου της εταιρείας, και είχε ως αποτέλεσμα τόσο την εξοικονόμηση ρευστότητας όσο και κέρδος για την DCI, καθώς η θυγατρική της που πωλήθηκε είχε και αρνητικές ταμειακές ροές και αρνητική καθαρή θέση. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στη σχετική έκθεση της DCI για το πρώτο εξάμηνο του 2015: «Στο πλαίσιο του εξορθολογισμού των δραστηριοτήτων της, το Διοικητικό Συμβούλιο συμφώνησε στη διάθεση της θυγατρικής της, DolphinCI Twenty Seven Limited, που περιλαμβάνει τα περιουσιακά στοιχεία και τις δραστηριότητες της Zoniro (Hellas), στη διαχειριστική της ομάδα, η οποία δεν σχετίζεται με την DCP, για ποσό 1 ευρώ, διατηρώντας ταυτόχρονα το συμβατικό δικαίωμα, σε περίπτωση που η Zoniro (Hellas) αποκομίσει κέρδη από μελλοντικές πωλήσεις ακινήτων να μοιραστεί μέρος των σχετικών κερδών. Η πώληση της Zoniro (Hellas) θα οδηγήσει σε εξοικονόμηση ρευστότητας τουλάχιστον €7,2 εκ. μέχρι το τέλος του 2016, χάρη στην εξάλειψη των σχετικών εξόδων εξυπηρέτησης χρέους και πληρωμής άλλων υφισταμένων υποχρεώσεων, ενώ ταυτόχρονα θα βελτιώσει την καθαρή θέση της εταιρείας κατά €0,8 εκ.».
- Επιπλέον ποσό €1 εκ. ζητείται ως αποζημίωση για «ηθική βλάβη», επί του οποίου περιττεύει κάθε σχολιασμός.
- Η ανακοίνωση της DCI της 28ης Μαρτίου 2024 αναφέρει ότι η Ελληνική Αγωγή περιλαμβάνει αίτημα για «ακύρωση συναλλαγής εναντίον μιας εταιρείας στην Κύπρο». Όμως και εδώ ψεύδεται η DCI αφού καμία τέτοια αξίωση δεν έχει ασκηθεί εναντίον της DCP ή οποιουδήποτε συνδεδεμένου με αυτήν προσώπου.
- Η ανακοίνωση της DCI της 2ης Απριλίου 2024 αναφέρει παραπλανητικά ότι “η DCI έχει εξασφαλίσει τη χρηματοδότηση για να οδηγήσει τη δίκη στην ολοκλήρωσή της, με ένα εκτιμώμενο μέγιστο κόστος για τη DCI ύψους περίπου €100.000”. Σύμφωνα, όμως, με το ελληνικό δίκαιο, ο ενάγων (δηλ. η DCI) θα υποχρεωθεί να καταβάλει δικαστικό ένσημο ύψους €543.336 ως προϋπόθεση του παραδεκτού της εν λόγω αγωγής.
- Σύντομα θα κατατεθούν από την DCP σχετικές αγωγές κατά της DCI και των Εκτελεστικών Διευθυντών της (κ.κ. Huls και Paris), καθώς και μελών Δ.Σ. και διευθυντών των ελληνικών θυγατρικών του ομίλου DCI, ζητώντας αποζημίωση τόσο από την DCI όσο και από τα φυσικά πρόσωπα που ευθύνονται για κάθε ζημία που υπέστη η DCP ως αποτέλεσμα των ψευδών και δυσφημιστικών ισχυρισμών που περιλαμβάνονται στην Ελληνική Αγωγή.
Η αγωγή της DCP κατά της DCI στην Αγγλία
Όπως σημειώθηκε στην ανακοίνωση της DCP που εκδόθηκε στις 28 Μαρτίου 2024, η αίτηση άμεσης έκδοσης απόφασης της DCI όχι μόνο δεν έγινε αποδεκτή, αλλά το αγγλικό δικαστήριο απέρριψε κάθε αίτημα που υπέβαλε η DCΙ. Η σχετική απόφαση του δικαστηρίου που εκδόθηκε την 22η Μαρτίου βρίσκεται δημόσια αναρτημένη στον κατωτέρω σύνδεσμο:
https://www.bailii.org/cgi-bin/format.cgi?doc=/ew/cases/EWHC/Comm/2024/678.html
Μετά από αυτό το πλήρως αναμενόμενο αποτέλεσμα, η αγωγή της DCP (με την οποία διεκδικεί αποζημιώσεις ύψους άνω των €10 εκ.) θα οδηγηθεί σε δίκη στα δικαστήρια της Αγγλίας (η «Αγγλική Αγωγή»), η οποία αναμένεται να λάβει χώρα όχι πριν τα τέλη του 2025. Η DCP αναμένει ότι θα δικαιωθεί πλήρως και θα της επιδικαστούν όχι μόνο οι αποζημιώσεις που αιτείται αλλά και τα σχετικά δικαστικά της έξοδα.
Στην ανακοίνωση της DCI της 2ης Απριλίου 2024, η εταιρεία δηλώνει, για πρώτη φορά, ότι “έχει αρχίσει να διερευνά χρηματοδότηση για την κάλυψη του μεγαλύτερου μέρους των δικαστικών εξόδων της σε σχέση με την αντιδικία της με τη DCP, από ένα τρίτο μέρος εντός του 2023, ενώ υπέγραψε και συμφωνία σχετικής χρηματοδοτήσεως νωρίτερα αυτό το έτος”. Η DCP σημειώνει για ακόμη μια φορά ότι η DCΙ παραθέτει επιλεκτικά ορισμένες πληροφορίες χωρίς να αποκαλύπτει:
- την ταυτότητα του χρηματοδότη και εάν υπάρχει σχέση του με οποιονδήποτε από τους μετόχους της DCI,
- το συνολικό ποσό χρηματοδότησης, και
- λεπτομέρειες για τους πλήρεις όρους της σχετικής χρηματοδότησης.
Είναι προφανές ότι οι σχετικές λεπτομέρειες δεν δημοσιοποιήθηκαν, σε μια προσπάθεια να αποφευχθεί από το Δ.Σ. η λογοδοσία του προς τους μετόχους ,αναφορικά με τους όρους της σχετικής συμφωνίας καθώς και την ταυτότητα του χρηματοδότη.
Παρά το γεγονός ότι η DCP είναι σαφώς ικανοποιημένη με το αποτέλεσμα της πρόσφατης απόφασης του Αγγλικού δικαστηρίου και είναι πεπεισμένη ότι θα δικαιωθεί τόσο στην Αγγλική Αγωγή όσο και στην υπεράσπιση της κατά της Ελληνικής Αγωγής, η συμπεριφορά του Διοικητικού Συμβουλίου της DCI εγείρει σοβαρό ζήτημα αξιοπιστίας τους. Τόσο η αίτηση άμεσης έκδοσης απόφασης που υπέβαλε η DCI, και η οποία ήταν καταδικασμένη να απορριφθεί, όσο και ο τρόπος με τον οποίο το υφιστάμενο Διοικητικό της Συμβούλιο διαχειρίζεται τα περιουσιακά στοιχεία της εταιρείας εγείρουν σοβαρά ερωτήματα σχετικά με την εταιρική διακυβέρνηση και τον τρόπο λήψης αποφάσεων από το Διοικητικό Συμβούλιο της DCΙ αλλά και το εάν πράγματι ενεργεί επ’ ωφελεία των μετόχων της εταιρείας.
Ως εκ τούτου, η DCP, υπό την ιδιότητά της ως μετόχου της DCI, θέτει τα κατωτέρω θέματα:
- Η DCI έλαβε πάνω από €3,4 εκ. μέσω βραχυπρόθεσμων δανείων από ορισμένους μετόχους για να χρηματοδοτήσει τα δικαστικά της έξοδα και τις λειτουργικές δαπάνες της, ενώ το Διοικητικό Συμβούλιο της DCI υπερδιπλασίασε στον ίδιο χρόνο τις ετήσιες αμοιβές του. Ένα ποσό €1,05 εκ. από τα εν λόγω δάνεια καθίσταται απαιτητό αυτόν τον μήνα. Η DCI δεν έχει διευκρινίσει πώς σκοπεύει να αποπληρώσει ή να αναχρηματοδοτήσει αυτό το ποσό.
- Το έργο Livka Bay της DCI στην Κροατία έχει υπόλοιπο δάνειου ύψους €4,5 εκ. το οποίο έπρεπε να εξοφληθεί πλήρως έως τις 31 Δεκεμβρίου 2023. Η DCI δεν έχει ενημερώσει το επενδυτικό κοινό εάν το εν λόγω δάνειο αποπληρώθηκε ή αναδιαρθρώθηκε (και, αν ναι, υπό ποιους όρους), ή εάν έχει καταστεί ληξιπρόθεσμο.
- Η DCI βρίσκεται σε δικαστική αντιδικία τόσο στην Ελλάδα όσο και στις Βρετανικές Παρθένες Νήσους με την Zoniro (Hellas) Ltd, πρώην βασικού συνεργάτη της για την παροχή υπηρεσιών ανάπτυξης της (και πρώην θυγατρικής της), σχετικά με εκκρεμείς οφειλές της προς την Zoniro. Η DCI δεν έχει ενημερώσει το επενδυτικό κοινό σχετικά με τις εν λόγω εκκρεμείς οφειλές, αλλά ούτε και αν έχει υποστεί κατάσχεση τραπεζικών λογαριασμών της (ή θυγατρικών της), ή εάν βρίσκεται σε δικαστική αντιδικία με οποιονδήποτε άλλο πάροχο υπηρεσιών ή υπάλληλό της.
- Από την παράνομη καταγγελία από την DCΙ της σύμβασης διαχείρισης επενδύσεων της με την DCP πριν από περίπου ένα χρόνο, το Δ.Σ. της DCI δεν έχει καταφέρει να πουλήσει ούτε ένα περιουσιακό στοιχείο. Κατά την ίδια περίοδο, το έργο της Κοιλάδας έλαβε δάνεια €2,5 εκ. από τον συνέταιρο της DCΙ στο έργο (οι όροι του οποίου παραμένουν αδιευκρίνιστοι) αλλά και €1,5 εκ. κρατικής επιχορήγησης (η οποία είχε ήδη εγκριθεί πριν την παράνομη καταγγελία της σύμβασης διαχείρισης). Η DCI δεν έχει ενημερώσει το επενδυτικό κοινό για το πώς έχουν δαπανηθεί αυτά τα χρήματα, εάν υπήρξε κάποια πρόοδος κατασκευή του έργου τους τελευταίους μήνες, αν υπήρξαν πωλήσεις οικοπέδων στο έργο το προηγούμενο έτος ή αν κάποιοι από τους παλαιούς αγοραστές ζητούν επιστροφή των προκαταβολών τους λόγω μη τήρησης των χρονοδιαγραμμάτων κατασκευής.
- Η DCI, τέλος, δεν αποκαλύπτει οιοδήποτε στοιχείο σχετικά με την τρέχουσα ρευστότητά της, παρά την παραδοχή της ότι δεν είναι σε θέση να προχωρήσει την Ελληνική Αγωγή και να αμυνθεί έναντι της Αγγλικής Αγωγής της DCI χωρίς να λάβει σχετική χρηματοδότηση. Οι ερωτήσεις που οφείλουν να θέσουν οι μέτοχοι της εταιρείας είναι: Ποια είναι η ταμειακή ρευστότητα της εταιρείας και ποιο το ύψος των τρεχουσών οφειλών της προς τρίτους; Ποιες ενέργειες έχει κάνει το Δ.Σ. της DCI ώστε να βεβαιωθεί ότι η DCI δεν βρίσκεται σε κατάσταση επικείμενης πτώχευσης ή δεν είναι ήδη ταμειακά πτωχευμένη;
Οι μέτοχοι της DCI δικαιούνται άμεσες και πλήρεις απαντήσεις σε όλα αυτά τα ζητήματα. Αντίθετα, το Δ.Σ. της DCI προσπαθεί να αποσπάσει την προσοχή των μετόχων της, από την καταστροφική για τα συμφέροντά τους διαχείριση της εταιρείας, εκδίδοντας παραπλανητικές ανακοινώσεις για το αποτέλεσμα της πρώτης δίκης στα αγγλικά δικαστήρια και ανακοινώνοντας την υποβολή μιας νέας προδήλως αβάσιμης αγωγής στην Ελλάδα.
Η DCP δεσμεύεται πως θα συνεχίσει να δίνει τις προσήκουσες απαντήσεις σε όλες τις ανακριβείς δηλώσεις της DCΙ και θα συνεχίσει να παρακολουθεί όλες τις ενέργειες και τις ανακοινώσεις της.
Για οποιαδήποτε περαιτέρω πληροφορία / διευκρίνιση μπορείτε να επικοινωνείτε στο τηλ. 210 36 14 255 ή στο e–mail:dina@dolphincp.com (Ντίνα Ευαγγελάτου).